Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „ηφαίστειο“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

ηφαίστειο [iˈfɛstiɔ] SUBST ουδ

ηφαίστειο
Vulkan αρσ
γίνομαι ηφαίστειο (από το θυμό μου)

Παραδειγματικές φράσεις με ηφαίστειο

μονογενετικό ηφαίστειο

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский