Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „εύκαμπτος“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

εύκαμπτ|ος <-η, -ο> [ˈɛfkamptɔs] ΕΠΊΘ και μτφ

εύκαμπτος

Παραδειγματικές φράσεις με εύκαμπτος

εύκαμπτος αντιστάτης

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский