Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „ερεθισμός“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

ερεθισμός [ɛrɛθizˈmɔs] SUBST αρσ

1. ερεθισμός (γενικά):

ερεθισμός
Reizung θηλ
ερεθισμός φωτός
Lichterregung θηλ

2. ερεθισμός (σεξουαλικός):

ερεθισμός
Erregung θηλ

3. ερεθισμός (φλεγμονή):

ερεθισμός
Entzündung θηλ

Παραδειγματικές φράσεις με ερεθισμός

ερεθισμός φωτός

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский