Ελληνικά » Γερμανικά

διεύθυνσ|η <-εις> [ðiˈɛfθinsi] SUBST θηλ

5. διεύθυνση Η/Υ (μέρος μνήμης):

Adresse θηλ

διευθυντής (διευθύντρια) [ðiɛfθinˈdis, ðiɛfˈθindria] SUBST αρσ/θηλ (θηλ)

2. διευθυντής (κάποιου τμήματος):

Leiter(in) αρσ (θηλ)
Personalleiter(in) αρσ (θηλ)
Verkaufsleiter(in) αρσ (θηλ)
Chefredakteur(in) αρσ (θηλ)

3. διευθυντής (ορχήστρας):

Dirigent(in) αρσ (θηλ)
Dirigent(in) αρσ (θηλ)

διευθυντήριο [ðiɛfθinˈdiriɔ] SUBST ουδ

διευθυντικ|ός <-ή, -ό> [ðiɛfθindiˈkɔs] ΕΠΊΘ

διευθύν|ω <-α, -θηκα> [ðiɛfˈθinɔ] VERB μεταβ

1. διευθύνω (επιχείρηση, ίδρυμα κτλ):

2. διευθύνω (ορχήστρα):

3. διευθύνω (πλοίο, αεροπλάνο):

διευθέτησ|η <-εις> [ðiɛfˈθɛtisi] SUBST θηλ (μιας διαφοράς)

διεύρυνσ|η <-εις> [ðiˈɛvrinsi] SUBST θηλ

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский