Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „αύλακα“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

αύλακα [ˈavlaka] SUBST θηλ

αύλακα
Rinne θηλ
αύλακα της γλώσσας
Zungenfurche θηλ

Παραδειγματικές φράσεις με αύλακα

αύλακα της γλώσσας

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский