Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „αφρώδης“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

αφρώδ|ης <-ης, -ες> [aˈfrɔðis] ΕΠΊΘ

αφρώδης
schaumig, Schaum-
αφρώδης οίνος
Sekt αρσ
αφρώδης πυρετός ΙΑΤΡ
Maul- und Klauenseuche θηλ

Παραδειγματικές φράσεις με αφρώδης

αφρώδης οίνος
Sekt αρσ
αφρώδης πυρετός ΙΑΤΡ
Maul- und Klauenseuche θηλ

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский