Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „αφρός“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

αφρός [aˈfrɔs] SUBST αρσ

1. αφρός (γενικά, σαπούνι, μπίρα, καφέ):

αφρός
Schaum αρσ
Rasierschaum αρσ

2. αφρός (επιφάνεια):

αφρός
Oberfläche θηλ

Παραδειγματικές φράσεις με αφρός

αφρός ουδ ξυρίσματος

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский