Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „αρρωστιάρης“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

αρρωστιάρ|ης <-α, -ικο> [arɔsˈtçaris] ΕΠΊΘ

αρρωστιάρης

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский