Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „αποστολικός“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

αποστολικ|ός <-ή, -ό> [apɔstɔliˈkɔs] ΕΠΊΘ ΘΡΗΣΚ

αποστολικός

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский