Ελληνικά » Γερμανικά
Βλέπετε αποτελέσματα που γράφονται παρόμοια: απεσταλμένος , τεταγμένη , υφιστάμενη , υφισταμένη και συνεσταλμένος

απεσταλμέν|ος (-η) [apɛstalˈmɛn|ɔs, -i] SUBST αρσ/θηλ (θηλ)

1. απεσταλμένος (διπλωματικός):

2. απεσταλμένος (αντιπρόσωπος):

3. απεσταλμένος (εφημερίδας):

Korrespondent(in) αρσ (θηλ)

4. απεσταλμένος (αγγελιοφόρος):

υφιστάμενος [ifisˈtamɛnɔs] SUBST αρσ, υφιστάμενη [ifisˈtamɛni], υφισταμένη [ifistaˈmɛni] SUBST θηλ

τεταγμένη [tɛtaɣˈmɛni] SUBST θηλ

συνεσταλμέν|ος <-η, -ο> [sinɛstalˈmɛnɔs] ΕΠΊΘ

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский