Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „αορτικός“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

αορτικ|ός <-ή, -ό> [aɔrtiˈkɔs] ΕΠΊΘ

αορτικός
Aorten-
Aortenbogen αρσ

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский