Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „αντιστάθμιση“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

αντιστάθμισ|η <-εις> [andiˈstaθmisi] SUBST θηλ (γενικά)

αντιστάθμιση και μτφ
Ausgleich αρσ
αντιστάθμιση δεδομένων
Datenabgleich αρσ
αντιστάθμιση έκθεσης ΦΩΤΟΓΡ

Παραδειγματικές φράσεις με αντιστάθμιση

αντιστάθμιση δεδομένων
αντιστάθμιση έκθεσης ΦΩΤΟΓΡ

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский