Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „αντιγραφέας“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά

(Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

αντιγραφέας [andiɣraˈfɛas] SUBST mf

1. αντιγραφέας (κειμένων):

αντιγραφέας
Schreiber(in) αρσ (θηλ)
αντιγραφέας
Kopist(in) αρσ (θηλ)

2. αντιγραφέας καλλιτεχν:

αντιγραφέας
Kopist(in) αρσ (θηλ)

3. αντιγραφέας (παράνομος):

αντιγραφέας
Plagiator αρσ

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский