Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „Λιβανέζος“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

Λιβανέζ|ος (-α) [livaˈnɛz|ɔs, -a] SUBST αρσ/θηλ (θηλ)

Λιβανέζος (-α)
Libanese αρσ (Libanesin) θηλ
ένας Λιβανέζος ποιητής

Παραδειγματικές φράσεις με Λιβανέζος

ένας Λιβανέζος ποιητής

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский