Γαλλικά » Γερμανικά
Βλέπετε αποτελέσματα που γράφονται παρόμοια: refleurir , reflet , reflex και réflexologie

II . refleurir [ʀ(ə)flœʀiʀ] ΡΉΜΑ μεταβ

refleurir personne:

I . réflexNO [ʀeflɛks], reflexOT ΕΠΊΘ

II . réflexNO [ʀeflɛks], reflexOT ΟΥΣ αρσ

reflet [ʀ(ə)flɛ] ΟΥΣ αρσ

3. reflet (éclat):

Glanz αρσ χωρίς πλ
Schimmer αρσ χωρίς πλ
Silberglanz αρσ

4. reflet (image réfléchie):

Spiegelbild ουδ

réflexologie [ʀeflɛksɔlɔʒi] ΟΥΣ θηλ ΙΑΤΡ

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Български | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Português | Русский | Slovenščina