Γαλλικά » Γερμανικά

rageant(e) [ʀaʒɑ͂, ɑ͂t] ΕΠΊΘ

c'est rageant οικ

rager [ʀaʒe] ΡΉΜΑ αμετάβ οικ

Παραδειγματικές φράσεις με rageant

c'est rageant οικ

Μονόγλωσσα παραδείγματα (μη ελεγχόμενα από το λεξικογραφικό τμήμα)

Γαλλικά
C’est le côté rageant quand on annule près d’un quart de la saison en technique.
fr.wikipedia.org
La série et le mois s'achève sur une défaite rageante.
fr.wikipedia.org

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Αναζητήστε "rageant" σε άλλες γλώσσες


Σελίδα στα Deutsch | Български | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Português | Русский | Slovenščina