Γαλλικά » Γερμανικά

fourni(e) [fuʀni] ΕΠΊΘ

II . fournir [fuʀniʀ] ΡΉΜΑ αμετάβ (subvenir à)

III . fournir [fuʀniʀ] ΡΉΜΑ αυτοπ ρήμα

Παραδειγματικές φράσεις με fournis

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Български | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Português | Русский | Slovenščina