Γαλλικά » Γερμανικά

étoffe [etɔf] ΟΥΣ θηλ

Stoff αρσ
Baumwoll-/Leinenstoff αρσ

étoffé(e) [etɔfe] ΕΠΊΘ

2. étoffé ΜΟΥΣ:

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Αναζήτηση στο λεξικό

Γαλλικά

Σελίδα στα Deutsch | Български | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Português | Русский | Slovenščina