Γαλλικά » Γερμανικά
Βλέπετε αποτελέσματα που γράφονται παρόμοια: restreint , ingestion και alpestre

alpestre [alpɛstʀ] ΕΠΊΘ

I . restreint(e) [ʀɛstʀɛ͂, ɛ͂t] ΡΉΜΑ

restreint part passé de restreindre

Βλέπε και: restreindre

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Български | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Português | Русский | Slovenščina