Γαλλικά » Γερμανικά
Βλέπετε αποτελέσματα που γράφονται παρόμοια: périlleux και péricliter

périlleux (-euse) [peʀijø, -jøz] ΕΠΊΘ

1. périlleux (dangereux):

périlleux (-euse)
périlleux (-euse)

2. périlleux (délicat):

périlleux (-euse) sujet

péricliter [peʀiklite] ΡΉΜΑ αμετάβ

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Български | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Português | Русский | Slovenščina