Γαλλικά » Γερμανικά
Βλέπετε αποτελέσματα που γράφονται παρόμοια: retaper , retape , étamper , étampe και étape

I . retaper [ʀ(ə)tape] ΡΉΜΑ μεταβ

1. retaper (remettre en état):

2. retaper οικ (rétablir):

aufpäppeln οικ

II . retaper [ʀ(ə)tape] ΡΉΜΑ αυτοπ ρήμα οικ

étampe (xylographie) θηλ ειδικ ορολ
Druckstock αρσ
Stempel αρσ

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Български | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Português | Русский | Slovenščina