Γαλλικά » Γερμανικά
Βλέπετε αποτελέσματα που γράφονται παρόμοια: assener και promener

I . promener [pʀɔm(ə)ne] ΡΉΜΑ μεταβ

ιδιωτισμοί:

ça me/le promènera οικ

II . promener [pʀɔm(ə)ne] ΡΉΜΑ αυτοπ ρήμα

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Български | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Português | Русский | Slovenščina