Γαλλικά » Γερμανικά
Βλέπετε αποτελέσματα που γράφονται παρόμοια: résolument , absolument , albumen και lumen

résolument [ʀezɔlymɑ͂] ΕΠΊΡΡ

1. résolument (sans hésiter):

2. résolument (délibérément):

lumen [lymɛn] ΟΥΣ αρσ ΦΥΣ

Lumen ουδ

albumen [albymɛn] ΟΥΣ αρσ

Eiklar ουδ
Albumen ουδ ειδικ ορολ

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Български | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Português | Русский | Slovenščina