Μεταφράσεις για olds στο λεξικό Αγγλικά»Ιταλικά (Μετάβαση προς Ιταλικά»Αγγλικά)

1. old (elderly, not young):

2. old (of a particular age):

4. old (former, previous):

5. old (as term of affection):

old οικ
good old British weather! ειρων
hello, old chap, girl! αρχαϊκ
how are you, you old devil? οικ

Μεταφράσεις για olds στο λεξικό Ιταλικά»Αγγλικά (Μετάβαση προς Αγγλικά»Ιταλικά)

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Български | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Português | Русский | Slovenščina | Srpski