I.drive [draɪv] ΡΉΜΑ μεταβ drove, driven
1. drive ΑΥΤΟΚ:
- manejar λατινοαμερ
II.drive [draɪv] ΡΉΜΑ αμετάβ drove, driven ΑΥΤΟΚ
III.drive [draɪv] ΟΥΣ
3. drive χωρίς πλ ΤΕΧΝΟΛ:
- transmisión θηλ
Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?
Καταχωρίστε νέο λήμμα.