Γερμανικά » Αγγλικά

Μεταφράσεις για „80-Jährige 80-Jähriger“ στο λεξικό Γερμανικά » Αγγλικά

(Μετάβαση προς Αγγλικά » Γερμανικά)

Acht·zig·jäh·ri·ge(r), 80-Jährige(r) [ˈaxtsɪçjɛ:rɪgə, -gɐ] ΟΥΣ θηλ(αρσ) κλιν τύπος wie επίθ

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Български | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Português | Русский | Slovenščina | Srpski | Türkçe | 中文