I.branch [βρετ brɑːn(t)ʃ, αμερικ bræn(t)ʃ] ΟΥΣ
1. branch μτφ:
- branche θηλ
- embranchement αρσ
- bras αρσ
- branch (of candlestick, lamp)
- branche θηλ
- ramure θηλ
- rameau αρσ
- domaine αρσ
4. branch Η/Υ:
- branchement αρσ
Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?
Καταχωρίστε νέο λήμμα.