Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „κληροδοσία“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

κληροδοσία [klirɔðɔˈsia], κληροδοσιά [klirɔðɔˈsça] SUBST θηλ

κληροδοσία
Vererbung θηλ
κληροδοσία γένους ΝΟΜ

Παραδειγματικές φράσεις με κληροδοσία

κληροδοσία γένους ΝΟΜ

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский