misanthrope [βρετ ˈmɪz(ə)nθrəʊp, ˈmɪs(ə)nθrəʊp, αμερικ ˈmɪs(ə)nˌθroʊp, ˈmɪz(ə)nˌθroʊp] ΟΥΣ τυπικ
- misanthrope αρσ θηλ
Εδώ μπορείτε να σημειώσετε βελτιωτικές προτάσεις ή σχόλια σχετικά με λάθη σε αυτό το λήμμα:
Πώς μπορώ να μεταφέρω τις μεταφράσεις στον προπονητή λεξιλογίου;
Έχετε υπόψη ότι τα λήμματα σε αυτήν τη λίστα λεξιλογίου διατίθενται μόνο σε αυτό τον περιηγητή. Μόλις τα περάσετε όμως στον προπονητή λεξιλογίου, θα μπορείτε να τα καλέσετε από παντού.