mladolétnišk|i <-a, -o> ΕΠΊΘ
mladolétnic|a <-e, -i, -e> ΟΥΣ θηλ
mladoletnica → mladoletnik:
mladolétnik (mladolétnica) <-a, -a, -i> ΟΥΣ αρσ (θηλ)
mladolétnik (mladolétnica) <-a, -a, -i> ΟΥΣ αρσ (θηλ)
PONS OpenDict
Θέλεις να προσθέσεις μια λέξη, φράση ή μετάφραση;
Στείλε μας μια νέα καταχώριση για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα της PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στα αποτελέσματα.