rapportatore (rapportatrice) [rapportaˈtore, -tritʃe] ΟΥΣ αρσ (θηλ)
- rapportatore (rapportatrice) ΤΕΧΝΟΛ, ΜΑΘ
-
-
- (goniometro) rapportatore αρσ
PONS OpenDict
Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?
Στείλτε μας ένα νέο λήμμα για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα του PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στο PONS OpenDict.