positivista <m.πλ positivisti, f.pl. positiviste> [pozitiˈvista] ΟΥΣ αρσ θηλ ΦΙΛΟΣ
- positivista
-
-
- positivista αρσ θηλ
PONS OpenDict
Θέλεις να προσθέσεις μια λέξη, φράση ή μετάφραση;
Στείλε μας μια νέα καταχώριση για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα της PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στα αποτελέσματα.