neurolettico <πλ neurolettici, neurolettiche> [neuroˈlɛttiko, tʃi, ke] ΕΠΊΘ ΟΥΣ αρσ
- neurolettico
-
-
- neurolettico
-
- neurolettico αρσ
PONS OpenDict
Θέλεις να προσθέσεις μια λέξη, φράση ή μετάφραση;
Στείλε μας μια νέα καταχώριση για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα της PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στα αποτελέσματα.