στο Ιταλικό λεξικό Oxford-Paravia
inespresso [inesˈprɛsso] ΕΠΊΘ
-
- inespresso
- unspoken desire, fear, question
- inespresso
- unstated policy, conviction
- inespresso
-
- inespresso
- undeclared ambition, love
-
στο λεξικό PONS
-
- inespresso, -a
PONS OpenDict
Θέλεις να προσθέσεις μια λέξη, φράση ή μετάφραση;
Στείλε μας μια νέα καταχώριση για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα της PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στα αποτελέσματα.