στο Ιταλικό λεξικό Oxford-Paravia
benaccetto [benatˈtʃɛtto] ΕΠΊΘ λογοτεχνικό
- benaccetto
-
- benaccetto
-
στο λεξικό PONS
benaccetto (-a) [be·nat·ˈtʃɛt·to] ΕΠΊΘ poet
- benaccetto (-a)
-
PONS OpenDict
Θέλεις να προσθέσεις μια λέξη, φράση ή μετάφραση;
Στείλε μας μια νέα καταχώριση για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα της PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στα αποτελέσματα.