Oxford Spanish Dictionary
telespectador (telespectadora) ΟΥΣ αρσ (θηλ)
- telespectador (telespectadora)
-
- telespectador (telespectadora)
-
στο λεξικό PONS
telespectador(a) ΟΥΣ αρσ(θηλ)
telespectador(a) [te·les·pek·ta·ˈdor, -·ˈdo·ra] ΟΥΣ αρσ(θηλ)
PONS OpenDict
Θέλεις να προσθέσεις μια λέξη, φράση ή μετάφραση;
Στείλε μας μια νέα καταχώριση για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα της PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στα αποτελέσματα.