Oxford Spanish Dictionary
entreacto ΟΥΣ αρσ
- entreacto
-
στο λεξικό PONS
entreacto ΟΥΣ αρσ (intermedio)
- entreacto
-
-
- entreacto αρσ
- interval ΘΈΑΤ, ΜΟΥΣ
- entreacto αρσ
entreacto [en·tre·ˈak·to] ΟΥΣ αρσ (intermedio)
- entreacto
-
-
- entreacto αρσ
PONS OpenDict
Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?
Στείλτε μας ένα νέο λήμμα για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα του PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στο PONS OpenDict.
Δεν υπάρχουν παραδειγματικές προτάσεις.
Δοκιμάστε ένα άλλο λήμμα.