Oxford Spanish Dictionary
encuadernador (encuadernadora) ΟΥΣ αρσ (θηλ)
- encuadernador (encuadernadora)
-
-
- encuadernadora θηλ
στο λεξικό PONS
encuadernador(a) ΟΥΣ αρσ(θηλ)
-
- encuadernadora θηλ Μεξ
encuadernador(a) [en·kwa·der·na·ˈdor, -·ˈdo·ra] ΟΥΣ αρσ(θηλ)
PONS OpenDict
Θέλεις να προσθέσεις μια λέξη, φράση ή μετάφραση;
Στείλε μας μια νέα καταχώριση για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα της PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στα αποτελέσματα.
Δεν υπάρχουν διαθέσιμα παραδείγματα προτάσεων
Δοκίμασε με μια άλλη καταχώριση.