Oxford Spanish Dictionary
benefactor1 (benefactora) ΕΠΊΘ
- benefactor (benefactora)
- beneficent τυπικ
- benefactor (benefactora)
-
benefactor2 (benefactora) ΟΥΣ αρσ (θηλ)
- benefactor (benefactora)
-
estado benefactor ΟΥΣ αρσ
στο λεξικό PONS
I. benefactor(a) ΕΠΊΘ
II. benefactor(a) ΟΥΣ αρσ(θηλ)
-
- benefactora θηλ
-
- benefactor αρσ
I. benefactor(a) [be·ne·fak·ˈtor, -·ˈto·ra] ΕΠΊΘ
II. benefactor(a) [be·ne·fak·ˈtor, -·ˈto·ra] ΟΥΣ αρσ(θηλ)
-
- benefactora θηλ
-
- benefactor αρσ
PONS OpenDict
Θέλεις να προσθέσεις μια λέξη, φράση ή μετάφραση;
Στείλε μας μια νέα καταχώριση για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα της PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στα αποτελέσματα.
Δεν υπάρχουν διαθέσιμα παραδείγματα προτάσεων
Δοκίμασε με μια άλλη καταχώριση.