Mathematik <-> [matemaˈtiːk] SUBST θηλ ενικ
1. Mathematik (Fachgebiet):
- Mathematik
-
- reine Mathematik
-
2. Mathematik (die Wissenschaft):
- Mathematik
-
- Mathematik
-
PONS OpenDict
Θέλεις να προσθέσεις μια λέξη, φράση ή μετάφραση;
Στείλε μας μια νέα καταχώριση για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα της PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στα αποτελέσματα.