Zukünftige(r) ΟΥΣ θηλ(αρσ) κλιν τύπος wie επίθ οικ
I. zukünftig ΕΠΊΘ
2. zukünftig (designiert):
PONS OpenDict
Θέλεις να προσθέσεις μια λέξη, φράση ή μετάφραση;
Στείλε μας μια νέα καταχώριση για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα της PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στα αποτελέσματα.
Αναζήτηση στο λεξικό
- zukleistern
- zuknallen
- zukneifen
- zuknöpfen
- zuknoten
- Zukünftige Zukünftiger
- Zukunftsangst
- Zukunftsaussichten
- Zukunftsbranche
- Zukunftsentwurf
- Zukunftserwartung