Demonstration <-, -en> [demɔnstraˈtsioːn] ΟΥΣ θηλ
1. Demonstration (politische Kundgebung):
2. Demonstration (Bekundung, Veranschaulichung, Vorführung):
Chemotherapie [çemoteraˈpiː] ΟΥΣ θηλ
PONS OpenDict
Θέλεις να προσθέσεις μια λέξη, φράση ή μετάφραση;
Στείλε μας μια νέα καταχώριση για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα της PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στα αποτελέσματα.