- charentais(e)
- der Charente
- charentais(e) produit
- aus der Charente
- Charentais(e)
- Bewohner(in) αρσ (θηλ) der Charente
- picto-charentais(e) προσδιορ ΓΕΩΓΡ
- aus der Region Poitou-Charente
Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?
Στείλτε μας ένα νέο λήμμα για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα του PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στο PONS OpenDict.