στο λεξικό PONS
wan·del·bar ΕΠΊΘ
1. wandelbar τυπικ:
2. wandelbar ΧΡΗΜΑΤΟΠ:
Τραπεζική, χρηματική και ασφαλιστική ορολογία PONS
wandelbarer Schuldtitel phrase ΕΠΈΝΔ-ΧΡΗΜ
- wandelbarer Schuldtitel
-
-
- wandelbarer Schuldtitel αρσ
PONS OpenDict
Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?
Στείλτε μας ένα νέο λήμμα για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα του PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στο PONS OpenDict.