Schlacht·hof <-(e)s, -höfe> ΟΥΣ αρσ
Schlachthof → Schlachthaus
Schlacht·haus <-es, -häuser> ΟΥΣ ουδ
-
- Schlachthof αρσ <-(e)s, -höfe>
-
- Schlachthof αρσ <-(e)s, -höfe>
-
- Schlachthof αρσ <-(e)s, -höfe>
-
- Schlachthof αρσ <-(e)s, -höfe>
PONS OpenDict
Θέλεις να προσθέσεις μια λέξη, φράση ή μετάφραση;
Στείλε μας μια νέα καταχώριση για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα της PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στα αποτελέσματα.