στο λεξικό PONS
port·fo·lio ˈman·age·ment ΟΥΣ no pl ΧΡΗΜΑΤΟΠ
1. portfolio management (department):
2. portfolio management (process):
Τραπεζική, χρηματική και ασφαλιστική ορολογία PONS
Portfolio-Management ΟΥΣ ουδ ΤΜΉΜ
Portfolio-Management-Ansatz ΟΥΣ αρσ ΧΡΗΜΑΤΑΓ
portfolio management ΟΥΣ ΤΜΉΜ
PONS OpenDict
Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?
Στείλτε μας ένα νέο λήμμα για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα του PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στο PONS OpenDict.
Δεν υπάρχουν παραδειγματικές προτάσεις.
Δοκιμάστε ένα άλλο λήμμα.