Li·tho·graph(in) <-en, -en> [litoˈgra:f] ΟΥΣ αρσ(θηλ)
Lithograph → Lithograf
Li·tho·graf(in) <-en, -en> [litoˈgra:f] ΟΥΣ αρσ(θηλ)
1. Lithograf (Drucker):
2. Lithograf (Künstler):
PONS OpenDict
Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?
Στείλτε μας ένα νέο λήμμα για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα του PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στο PONS OpenDict.