transcendant(e) [tʀɑ͂sɑ͂dɑ͂, ɑ͂t] ΕΠΊΘ
1. transcendant (remarquable):
2. transcendant ΦΙΛΟΣ, ΘΡΗΣΚ, ΜΑΘ:
PONS OpenDict
Θέλεις να προσθέσεις μια λέξη, φράση ή μετάφραση;
Στείλε μας μια νέα καταχώριση για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα της PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στα αποτελέσματα.