réalisation [ʀealizasjɔ͂] ΟΥΣ θηλ
1. réalisation:
2. réalisation (œuvre):
-
- Werk ουδ
- réalisations économiques/médicales
-
3. réalisation ΧΡΗΜΑΤΟΠ:
4. réalisation ΚΙΝΗΜ, ΡΑΔΙΟΦ, TV:
-
- Regie θηλ
5. réalisation ΝΟΜ:
II. réalisation [ʀealizasjɔ͂]
réalisation ΟΥΣ
PONS OpenDict
Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?
Στείλτε μας ένα νέο λήμμα για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα του PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στο PONS OpenDict.