I. provincial(e) <-aux> [pʀɔvɛ͂sjal, jo] ΕΠΊΘ
1. provincial (↔ parisien):
2. provincial καναδ:
II. provincial(e) <-aux> [pʀɔvɛ͂sjal, jo] ΟΥΣ αρσ(θηλ)
- provincial(e)
-
PONS OpenDict
Θέλεις να προσθέσεις μια λέξη, φράση ή μετάφραση;
Στείλε μας μια νέα καταχώριση για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα της PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στα αποτελέσματα.